- τήτες
- και σῆτες και δωρ. τ. τῆδες και τᾱτες και τῆτα και σᾱτες Αεπίρρ.1. φέτος, αυτήν τη χρονιά2. φρ. «ἡ τῆτες ἡμέρα» — η σημερινή μέρα, σήμερα ακριβώς Αθήν..[ΕΤΥΜΟΛ. Το επίρρ. τῆτες / σῆτες έχει προέλθει από την αιτ. ενός ουδετέρου, σύνθετου με α΄ συνθετικό το ΙΕ μόριο *ke- / *ki- (δεικτικό για αντικείμενα κοντινής απόστασης, βλ. λ. εκεί) και β' συνθετικό το -(F)ετες, ουδ. τού -(F)ετης (< ἔτος). Ο τ. σῆτες / σᾶτες έχει σχηματιστεί από *σα-Fετες < *kiā-Fετες (η μορφή *kıa- τού πρώτου συνθετικού, αντί τού αναμενόμενου *kı-, είναι αναλογική προς τον τ. *kiāμερον < *kı- + ᾱμέρα / ἡμέρα τής λ. σήμερον), ενώ ο τ. τῆτες σχηματίστηκε αναλογικά προς τον τ. τήμερον τού σήμερον (βλ. λ. σήμερα). Ο τ. απαντά ήδη στη Μυκηναϊκή με τη μορφή zawete = σᾱFετες].
Dictionary of Greek. 2013.